- σεισμογραφία
- η, Ν(γεωφ.) κλάδος τής σεισμολογίας που ασχολείται με τη μελέτη τών εδαφικών κινήσεων, όπως αυτές καταγράφονται από τους σεισμογράφους.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. seismography (< σεισμός + -γραφία*)].
Dictionary of Greek. 2013.